Δευτέρα 15 Οκτωβρίου 2012

τα ιχθυοτροφεία έφεραν μόλυνση

ΠΕΡΙ ΤΗΝ ΑΛΙΕΙΑ ΑΛΗΤΕΙΑ

Η αλιευτική πολιτική του νεοελληνικού κράτους ως μέλους της Ευρωπαϊκής Ενωσης

Τριάντα χρόνια είναι πραγματικά ελάχιστος χρόνος. Δεν τολμώ να φανταστώ ποια θα είναι η κατάσταση της θάλασσας μετά από άλλα τόσα, αν η κατάσταση συνεχίσει να εξελίσσεται με τον ίδιο ραγδαίο ρυθμό.

Οχι πολλές δεκαετίες παλιότερα, έως και αρκετά αργότερα από το τέλος του πολέμου, η θάλασσα παρουσίαζε εικόνα πολύ διαφορετική από τη σημερινή. Ηταν εξαιρετικά διαυγής και καθαρή, με όλα της τα είδη να αναπτύσσονται και να πολλαπλασιάζονται σε περιβάλλον υγιές. Οι τρεις δεκαετίες που παρήλθαν μετέβαλαν εντελώς την εικόνα. Κάτω από το βάρος της ανάπτυξης, η θάλασσα ασθενεί. Από παντού προκύπτουν ζητήματα, σχεδόν όλα προερχόμενα από την ανθρώπινη παρέμβαση, στα οποία αδυνατεί πια να αντεπεξέλθει.
Η αλιευτική πολιτική του νεοελληνικού κράτους ως μέλους της Ευρωπαϊκής Ενωσης
Τριάντα χρόνια είναι πραγματικά ελάχιστος χρόνος. Δεν τολμώ να φανταστώ ποια θα είναι η κατάσταση της θάλασσας μετά από άλλα τόσα, αν η κατάσταση συνεχίσει να εξελίσσεται με τον ίδιο ραγδαίο ρυθμό.
Ηταν οι ίδιες τρεις δεκαετίες που συσσώρευσαν προβλήματα σε όλα τα επίπεδα. Κι αν η οικονομία μπορεί να ανακάμψει και η κοινωνική κατάσταση να βελτιωθεί, αν καταστραφεί η θάλασσα, πώς μπορεί πια να υπάρξει ελπίδα; Πώς μπορεί πια να υπάρξει ζωή;
Ο υπογράφων εισήλθε στην επαγγελματική αλιεία το 1982. Ηταν μια εποχή που τα πράγματα ήταν ακόμη σχετικά απλά. Αν ήθελε κανείς να ζήσει από το ψάρεμα, αρκούσε να αγόραζε μια βάρκα και να δήλωνε την πρόθεσή του αυτή, ώστε να της έβγαζε επαγγελματική άδεια. Ελάχιστοι ενδιαφέρονταν. Παρόλο που υπήρχαν πολλά ψάρια, η δουλειά παραήταν σκληρή για τον ήδη προσανατολισμένο προς τις ανέσεις Νεοέλληνα. Το ιδεώδες της μη καταβολής σωματικής προσπάθειας, το να κάνει κανείς όσο λιγότερα μπορούσε, απολαμβάνοντας ταυτόχρονα όσο περισσότερα μπορούσε, ήταν ο μπούσουλας της γενιάς της Μεταπολίτευσης. Ηταν η ρίζα κι η κυρίαρχη αιτία της χρεοκοπίας.
Η αλιευτική πολιτική του νεοελληνικού κράτους ως μέλους της Ευρωπαϊκής Ενωσης
Στα 30 χρόνια που πέρασαν έκτοτε, άλλαξαν πολλά, σε όλα τα επίπεδα. Η θάλασσα και το ψάρεμα δεν έμειναν βεβαίως εκτός αλλαγών. Οι αλλαγές αυτές προήλθαν κυρίως μέσα από πολιτικές αποφάσεις που καθόρισαν τόσο τη μοίρα των ψαριών όσο κι εκείνη των ψαράδων. Το ότι οι αποφάσεις αυτές ήταν εντελώς λανθασμένες αποδεικνύεται τόσο από την κατάσταση των ιχθυοαποθεμάτων, όσο κι από την κατάσταση των ψαράδων. Και οι μεν και οι δε φθίνουν ραγδαία... Ψάρια και ψαράδες αποτελούν είδη υπό εξαφάνιση. Αποτελούν θύματα μιας πολιτικής που στοχεύει στην ιδιωτικοποίηση των θαλασσών, μιας πολιτικής αλητείας και ανενδοίαστης περιστολής δικαιωμάτων των παράκτιων και των ερασιτεχνών, που παράλληλα ενισχύει τόσο την καταστρεπτική αλιευτική βιομηχανία όσο και την καταστρεπτικότερη υδατοκαλλιέργεια. Οσονούπω δε, οι θάλασσες προορίζονται να παραδοθούν στις πετρελαϊκές εταιρείες, για να καταστραφούν οριστικά και αμετάκλητα προς όφελος του ξένου παράγοντα, το οποίον με ιδιαίτερο ζήλο από γενέσεως ελληνικού κράτους υπηρετούν οι επίορκοι.
Η κατάσταση που βιώνει σήμερα η ελληνική κοινωνία εξαιτίας της κρίσης και του Μνημονίου, μια κατάσταση που χαρακτηρίζεται από τη διαρκή κατάργηση εργασιακών δικαιωμάτων και κεκτημένων πολλών δεκαετιών, για την αλιεία ισχύει από το 1985, επί υπουργού Γεωργίας Σημίτη. Τότε ήταν που έγινε η ακριβής καταμέτρηση της χωρητικότητας και της ιπποδύναμης του παράκτιου αλιευτικού στόλου της χώρας, με απώτερο σκοπό τον περιορισμό τους. Για να γίνει αυτό εφικτό, δεν δίστασαν οι ιθύνοντες να θέσουν σε ισχύ αντισυνταγματικές και αντιδημοκρατικές διατάξεις, στο πλαίσιο μιας μεθόδευσης και μιας οργανωμένης προσπάθειας που απώτερο στόχο είχε τον μαρασμό και την τελική εξαφάνιση της συγκεκριμένης τάξης ανθρώπων, μιας τάξης που υπήρχε ανέκαθεν, από το λυκαυγές της ανθρωπότητας.
Η αλιευτική πολιτική του νεοελληνικού κράτους ως μέλους της Ευρωπαϊκής Ενωσης
Καταμετρήθηκε λοιπόν κάθε αλιευτικό σκάφος και απαγορεύτηκε στον ιδιοκτήτη του να αποκτήσει μεγαλύτερο ή να το εξοπλίσει με μηχανή μεγαλύτερης ιπποδύναμης. Καθώς ακόμη μεγάλο μέρος του στόλου ήταν εξοπλισμένο με τις περίφημες "Μαλκότση" των 15 ίππων, τις εξαιρετικά ανθεκτικές αλλά και εξαιρετικά αργές αυτές μηχανές, η διάταξη αυτή παρέλυε ουσιαστικά κάθε απόπειρα βελτίωσης των συνθηκών εργασίας του ψαρά. Σε ένα οικονομικό σύστημα όπου η ανάπτυξη αποτελεί εκ των ων ουκ άνευ όρων της επαγγελματικής επιτυχίας, το ψάρεμα καθηλώθηκε στις συνθήκες της δεκαετίας του '50, όταν οι ψαρότοποι ήταν κοντινοί και οι χρόνοι μεταφοράς ελάχιστοι.
Ο αντίλογος εδώ είναι, πάντα αυτή ήταν η πρόφαση, η ανάγκη προστασίας των αποθεμάτων. Ωστόσο, το επιχείρημα αυτό διαψεύδεται από την πολιτική που περιόριζε μεν τους μικρούς και αδύναμους βιοπαλαιστές, τους παράκτιους και δεν άγγιζε την αλιευτική βιομηχανία, όπου τα συμφέροντα είναι μεγάλα και η ζημιά που προκαλείται από αυτήν τεράστια. Δεν χρειάζεται λοιπόν περαιτέρω ανάλυση το ζήτημα. Αν δεν υπήρχαν τα συρόμενα, τίποτε άλλο δεν χρειαζόταν να γίνει προκειμένου να γέμιζε ξανά η θάλασσα από ψάρια. Το τεράστιο "παρεμπίπτον αλίευμα" είναι αυτό που στερεί από το οικοσύστημα τη δυνατότητα ανανέωσής του, και όχι η μικρή ποσοστιαία συμμετοχή των παράκτιων αλλά και των ερασιτεχνών στο απόλυτο μέγεθος της ετήσιας αλιευτικής παραγωγής.
Η αλιευτική πολιτική του νεοελληνικού κράτους ως μέλους της Ευρωπαϊκής Ενωσης
Η ανάγκη αύξησης των αποθεμάτων ήταν και το επιχείρημα το οποίο χρησιμοποιήθηκε προ 20ετίας, όταν επιβλήθηκε η πολιτική της υδατοκαλλιέργειας, παρά τις έντονες αντιδράσεις φορέων και παραγόντων που επεσήμαιναν την επικινδυνότητα του εγχειρήματος. Η λογική του επιχειρήματος, αλλά και το "δόλωμα" προς τους αντιδρώντες, ήταν να δοθούν οι επιχειρήσεις που θα δημιουργούνταν στους συνεταιρισμούς των παράκτιων ψαράδων, ώστε να μειωθεί η αλίευση. Αυτό βεβαίως δεν συνέβη ποτέ. Οι επιχειρήσεις δόθηκαν σε ημετέρους, ουδεμία σχέση έχοντες με τη θάλασσα και την αλιεία, που βρέθηκαν εν μία νυκτί με επενδύσεις πολλών εκατομμυρίων, μην έχοντας οι ίδιοι επενδύσει ούτε δεκάρα εξ αυτών. Αυτό είναι ένα πολύ μεγάλο θέμα ωστόσο για να αναλυθεί εδώ. Επιφυλασσόμαστε ωστόσο να επανέλθουμε στο εγγύς μέλλον για να αναλύσουμε εκτενώς αυτό το "θαύμα" της ιδιωτικής πρωτοβουλίας.
Αντί για αύξηση των αποθεμάτων λοιπόν, τα ιχθυοτροφεία έφεραν μόλυνση, επιδημίες, τοξικές ουσίες, ένα σωρό προβλήματα στο ήδη ταλαιπωρημένο οικοσύστημα. Κανένας έλεγχος, καμία επιστασία της λειτουργίας των μονάδων δεν υπήρξε όλα αυτά τα χρόνια. Είναι χαρακτηριστικό ότι μόλις προ μηνός εκδόθηκε καταδικαστική απόφαση κατά των υπευθύνων ιχθυοτροφείου του Πόρου, για υπέρβαση του πλαφόν παραγωγής και για καταχρηστική χρήση φορμόλης. Είναι η πρώτη καταδικαστική απόφαση που υπήρξε σε όλη τη διάρκεια της ύπαρξης μονάδων αυτού του είδους στη χώρα, η οποία μάλιστα έγινε εφικτή λόγω της επιμονής θιγόμενου ιδιώτη, ο οποίος είχε τη διάθεση αλλά και την οικονομική επιφάνεια να "κυνηγήσει" επί χρόνια το θέμα.
Η αλιευτική πολιτική του νεοελληνικού κράτους ως μέλους της Ευρωπαϊκής Ενωσης
Ετσι, φτάσαμε σήμερα στο θλιβερό σημείο τα λίγα ψάρια που έχουν απομείνει να βγαίνουν νεκρά στην επιφάνεια, επειδή οι υδατοκαλλιεργητές απορρίπτουν στη θάλασσα τα δικά τους ψάρια που χτυπήθηκαν από τον ιό, προκειμένου να μην μπαίνουν στον κόπο να τα μεταφέρουν στη στεριά. Ετσι, η πολιτική που προέκυψε από την "ανάγκη τόνωσης των αποθεμάτων" κατάφερε να εκμηδενίσει και ό,τι είχε απομείνει.
Ας επανέλθουμε όμως στην παράκτια αλιεία. Το 1985, δεν ήταν φυσικά δυνατόν να καταργηθεί με μια πολιτική απόφαση. Αν κάποιος υπουργός τολμούσε να υποστηρίξει μια τέτοια πολιτική, θα τον έπαιρναν με τις πέτρες, και πολύ καλά θα του έκαναν βεβαίως. Ομως, αυτό ήταν το ζητούμενο κι έπρεπε να επιτευχθεί ο στόχος. Ο τελευταίος είχε τεθεί από το διευθυντήριο των Βρυξελλών και υπήρξε οργανωμένη μεθόδευση μακράς πνοής από εκεί, σε αγαστή συνεργασία με τους εδώ κυβερνητικούς τους αντιπροσώπους. Ετσι, μπήκαν σε ισχύ νέες διατάξεις που καταδίκασαν το παράκτιο επαγγελματικό ψάρεμα σε μαρασμό, διατάξεις αντισυνταγματικές που αντιβαίνουν την αρχή της ισότητας, την ακρογωνιαία λίθο του δημοκρατικού πολιτεύματος. Οποια μηχανή και όποιο σκάφος είχε στη διάθεσή του το '85 ο ψαράς, με το ίδιο έπρεπε να συνεχίσει μέχρι να πεθάνει. Κι αν πέθαινε μια ώρα αρχύτερα, τόσο το καλύτερο...
Από την άλλη, χάρη στην ανισόρροπη και αντιφατική πολιτική της Ενωσης, επιδοτήθηκε γενναία η κατασκευή μεγάλων αλιευτικών, που προορίζονταν τόσο για την παράκτια όσο και για τη μέση και υπερπόντια αλιεία. Συνέβη αυτό στη βάση της λογικής της "ανάπτυξης", χωρίς να ληφθεί υπόψη ότι δεν μπορούσε να αναπτύσσεται εσαεί η αλιεία, αφού λειτουργεί σε περιορισμένο εκ των πραγμάτων περιβάλλον. Ετσι, υπεραλιεύτηκαν ο τόνος, ο ξιφίας, η σαρδέλα, τα μαγιάτικα, όλα τα μεταναστευτικά είδη που στόχευσε η συγκεκριμένη πολιτική. Τα ψάρια έλειψαν και ο στόλος αυτός σήμερα σαπίζει άπρακτος στα λιμάνια της Καβάλας και της Αλεξανδρούπολης.
Αν από αμέλεια μια άδεια αλιευτικού δεν ανανεωθεί εγκαίρως, χάνεται οριστικά. Αυτό και μόνο αρκεί για να καταδειχθεί η στόχευση της κατάργησης της αλιείας. Μια απλή αμέλεια καταδικάζει έναν επαγγελματία στην ανεργία. Είναι πραγματικά ασύλληπτης, διεστραμμένης έμπνευσης η διάταξη αυτή, μια αλητεία που παρόμοιά της δεν υπάρχει πουθενά, σε κανέναν άλλον επαγγελματικό κλάδο. Η ψαρόβαρκα είναι ο χώρος που αποκτιέται η αγάπη για τη θάλασσα, η ταύτιση με το υγρό στοιχείο, η ναυτοσύνη. Είναι το νηπιαγωγείο και το δημοτικό σχολείο του κατοπινού ναύτη, καπετάνιου, ποντοπόρου θαλασσινού. Ε, αυτό το σχολείο καταργήθηκε σε μια νύκτα, με τη διάταξη που ορίζει ότι "απαγορεύεται η επιβίβαση σε αλιευτικά σκάφη σε μη κατόχους ατομικών επαγγελματικών αδειών". Αυτό στην πράξη σημαίνει ότι ο γιος του ψαρά δεν μπορεί να συμμετέχει ούτε ως παρατηρητής στην εργασία του πατέρα του, πριν κλείσει τα 16 χρόνια, οπότε και μπορεί να εφοδιαστεί με σχετική άδεια. Μα η αγάπη για τη θάλασσα δεν αποκτιέται στα 16. Είναι πια αργά όταν το παιδί είναι σε προχωρημένη εφηβεία. Η θάλασσα θα κερδίσει το παιδί στη νηπιακή του ηλικία, τότε καταγράφονται βαθιά οι θαυμαστές εικόνες του υδάτινου κόσμου, τότε μαθαίνει να κινείται και να πατάει με σιγουριά σε μια βάρκα που κλυδωνίζεται από τα κύματα, να κρατάει το δοιάκι, να λάμνει, να φουντάρει το σίδερο, να βιράρει το λατίνι και να αρμενίζει. Εγώ ακόμη θυμάμαι, ποτέ δεν ξέχασα τη δική μου παιδική ηλικία, όταν έκανα κουπί στο πυροφάνι για να κρατάει το καμάκι ο πατέρας μου. Για να αποφευχθεί εντελώς το ενδεχόμενο να εκπαιδευτούν στην ψαρική και στη ναυτοσύνη τα Ελληνόπουλα, αυτή η αισχρή διάταξη επεκτάθηκε και στην ερασιτεχνική αλιεία. Ετσι, σε σκάφος με ερασιτεχνική άδεια απαγορεύεται να επιβαίνουν άτομα χωρίς αντίστοιχες ατομικές άδειες, συνεπώς και τα παιδιά του ιδιοκτήτη!
Μια αλητεία ολκής υπήρξε πρόσφατα στα τεκταινόμενα της αλιείας, χωρίς να περάσει ούτε στα "ψιλά". Επιβλήθηκε λοιπόν στους επαγγελματίες ο εφοδιασμός τους με "άδεια πηδαλιούχου". Πρόκειται για κάποιου τύπου δίπλωμα ικανότητας χειριστού βάρκας, ανεξαρτήτως μεγέθους, ιπποδύναμης και ταχύτητας που αναπτύσσει. Ανθρωποι με περισσότερα από 30 χρόνια στο ψάρεμα, υποχρεώθηκαν να διαθέσουν περί τα 100 ευρώ προκειμένου να μπορούν να κουμαντάρουν και τυπικά τη βάρκα τους. Δεν εξαιρέθηκαν του μέτρου άνθρωποι με διπλώματα πλοιάρχων, υποπλοιάρχων και ανθυποπλοιάρχων του Εμπορικού Ναυτικού. Ούτε άνθρωποι με διπλώματα χειριστών ταχυπλόων ούτε άνθρωποι με διπλώματα skipper. Πρόκειται για ένα καθαρά εισπρακτικό μέτρο, αφού για την απόκτηση της εν λόγω πιστοποίησης δεν απαιτείται κανενός είδους εξέταση, απλά κρίνεσαι ικανός εφόσον πληρώσεις! Κάτι σαν τα διπλώματα-μαϊμού που εκδίδουν οι επιτήδειοι εξεταστές σε αυτούς που τους λαδώνουν!
Οσον αφορά στις αλιευτικές παραβάσεις, συνεχώς πληθαίνουν τα μέτρα και οι διατάξεις που τις περιγράφουν. Δεν μπορείς πια να φας αχινούς, δεν μπορείς να δολώσεις μύδια, δεν μπορείς να χρησιμοποιήσεις ζωντανά ψάρια για δόλωμα, δεν, δεν, δεν... Τα μεγέθη των ψαριών που επιτρέπεται να αλιεύονται τετραπλασιάστηκαν, ενώ τα πρόστιμα για τις όποιες παραβάσεις ξεκινούν από τα 300 ευρώ, για να προσεγγίσουν τα 15.000 ευρώ, ανάλογα με την κρίση του εκάστοτε λιμενάρχη. Ανθρωποι του μεροκάματου, σε εποχή οικονομικής κρίσης και αλιευτικής ένδειας, σε μια εποχή που ο κόσμος πέφτει από τα μπαλκόνια πάνω στην απελπισία του, εξοντώνονται επειδή το ψάρι που ψάρεψαν υπολείπεται μερικά εκατοστά του ορίου ή επειδή το "μάτι" των διχτυών τους είναι 1, 2 χιλιοστά μικρότερο του επιτρεπτού. Το δε τεράστιο θέμα που εγείρεται είναι το γεγονός ότι οι αποφάσεις αυτές είναι αμετάκλητες και στην ουσία δεν εφεσιβάλλονται. Απειροι αξιωματικοί του λιμενικού "αποφασίζουν και διατάσσουν" διαμορφώνοντας την κρίση τους μέσα από αντιφατικές και αλληλοαναιρούμενες διατάξεις της αλιευτικής νομοθεσίας, που διέπεται από βασιλικά διατάγματα και αλιευτικούς κώδικες της χούντας, από γενικούς κανονισμούς λιμένα, εγκυκλίους και γνωμοδοτήσεις του Συμβουλίου Αλιείας, από ένα κουβάρι όπου έμπειροι δικαστικοί και νομικοί δύσκολα βγάζουν άκρη. Χωρίς να είναι δικαστές, χωρίς καμία νομική παιδεία, δεν διστάζουν να επιβάλλουν εκ του ασφαλούς εξοντωτικά πρόστιμα σε βιοπαλαιστές, καθώς γνωρίζουν ότι ουδείς μπαίνει στην ταλαιπωρία μιας προσφυγής που θα εκδικαστεί σε 7 χρόνια. Προκειμένου να χτίσουν την καριέρα τους και να ανελιχθούν, φροντίζουν να παρουσιάζουν "έργο" στους ανωτέρους τους, χωρίς οίκτο, χωρίς έλεος, χωρίς δισταγμό. "Αρχή άνδρα δείκνυσι" βεβαίως, και το γεγονός ότι τα ποσοστά της "Χρυσής Αυγής" είναι υψηλότατα στα Σώματα Ασφαλείας, άρα και στο Λιμενικό, δηλώνει την τραγικότητα της θέσης των ψαράδων, που κρίνονται από τον φασισμό και τη στρατοκρατία, αντί του φυσικού δικαστή τους, όπως κάθε Ελληνας πολίτης.
Αυτά και πολύ περισσότερα είναι τα θέματα που προκύπτουν εξαιτίας της αλιευτικής πολιτικής του κράτους, που έθεσε την αλιεία στο περιθώριο, ρημάζοντας ταυτόχρονα τη θάλασσα σε όλα τα επίπεδα. Είναι η ίδια πολιτική που κατάστρεψε την αγροτιά, που εκμηδένισε την κλωστοϋφαντουργία και τη βιοτεχνία, που εξουθένωσε οτιδήποτε παραγωγικό διέθετε μέχρι πρότινος αυτή η χώρα. Οποιαδήποτε δεξιότητα, οποιαδήποτε ικανότητα και έφεση υπήρχε στον λαό αυτής της χώρας κατατροπώθηκε, στο πλαίσιο μιας πολιτικής που προσπάθησε να μετατρέψει τους ανθρώπους σε υπαλλήλους, εξαρτημένους αποκλειστικά από έναν μισθό και από τη διεθνή τοκογλυφία κατ' επέκταση.
Γι' αυτόν τον λόγο επιδοτήθηκε η καταστροφή του αλιευτικού στόλου, για αυτόν τον λόγο επιδοτήθηκε το ξερίζωμα των ελαιόδενδρων, γι' αυτόν τον λόγο εφευρέθηκε η γρίπη των χοίρων και των πουλερικών, για τον ίδιο λόγο θα απαγορευτεί οσονούπω η ατομική καλλιέργεια και ο παραδοσιακός μπαξές.
Είναι ένα αίσχος, ένα όνειδος της κυρίαρχης πολιτικής τάξης, που έχει ήδη καταγραφεί ως εσχάτη προδοσία από τη λαϊκή συνείδηση και από την Ιστορία..
Στα τέλη της δεκαετίας του '80 δημιουργήθηκε εδώ, στο νησί μας, μονάδα υδατοκαλλιέργειας και ιχθυογεννητικός σταθμός, "ο μεγαλύτερος των Βαλκανίων" σύμφωνα με τους αλαζονικούς κομπασμούς των "επενδυτών".
Το καθημερινό τάισμα μαλάγρωσε πάρα πολλά από τα ψάρια της ευρύτερης περιοχής.
Ολα τα είδη ζούσαν κάτω από τα κλουβιά, τρεφόμενα επί της ουσίας "δωρεάν", χωρίς προσπάθεια, χωρίς κυνήγι. Αυτό επέτρεψε στους υδατοκαλλιεργητές να ενισχύουν τα κέρδη τους, ψαρεύοντας με τις λεγόμενες "παγίδες" τόνους ψαριών ετησίως, χωρίς να δικαιούνται κάτι τέτοιο βεβαίως, αλλά και απολαμβάνοντας την απόλυτη ανοχή του τοπικού Λιμεναρχείου.
Οταν δε κάποιος ερασιτέχνης πλησίαζε την περιοχή για να ψαρέψει, οι υπεύθυνοι τηλεφωνούσαν στους λιμενικούς, οι οποίοι έσπευδαν να γράψουν τον "παρανομούντα", λειτουργώντας επί της ουσίας ως μπράβοι της μαφίας που λυμαινόταν την περιοχή. Δεν είναι όμως αυτό το θέμα μας εδώ.
Φέτος "η μεγαλύτερη μονάδα των Βαλκανίων" πήγε φούντο και σταμάτησε να λειτουργεί. Οι εγκαταστάσεις ρημάζουν, μηχανήματα και παρελκόμενα εκατομμυρίων πουλιούνται σαν παλιοσίδερα στους Ρομά, τα κλουβιά διαλύονται "στολίζοντας" τις γύρω ακτές με κομμάτια PVC, ένας "κρανίου τόπος" δημιουργήθηκε εκεί που έπεφταν δισεκατομμύρια πριν από 20 χρόνια. Φυσικά, "ο ρυπαίνων πληρώνει" και φυσικά το Λιμεναρχείο αντιλαμβάνεται ως ρόλο του το καθημερινό κυνηγητό των ερασιτεχνικών σκαφών, των σκαφών αναψυχής και των βιοπαλαιστών της θάλασσας, αλλά διόλου την επιβολή προστίμων σε εκείνους που κατέστρεψαν όλη την ανατολική πλευρά του νησιού. Δεν είναι όμως αυτό το θέμα μας εδώ.
Το θέμα μας εδώ είναι η συμπεριφορά των ίδιων των ψαριών. Επί 25 χρόνια τρέφονταν χωρίς κόπο, χωρίς προσπάθεια.
Μελανούρια, κέφαλοι, γόπες, αλλά και σαργοί, σκαθάρια, ούγενες, συναγρίδες και επινέφελοι, παρασιτοζωούσαν επί δεκαετίες, χάνοντας ουσιαστικά την ικανότητα να επιβιώνουν χάρη στις δικές τους προσπάθειες. Τώρα πια αντιμετωπίζουν πρόβλημα. Η ιχθυοτροφή έπαψε να πέφτει εδώ κι έναν χρόνο στο νερό, τα ψάρια όμως δεν φεύγουν. Φοβούνται να ξανοιχτούν στη θάλασσα, να βοσκήσουν, να κυνηγήσουν την τροφή τους, να ξαναγίνουν φυσιολογικά ψάρια.
Είναι κωμικοτραγικό των θέαμα της "κολόνας" των μελανουριών, που κάθε πρωί στις 11, την ώρα του ταΐσματος πηγαίνει ολόκληρη στο συγκεκριμένο σημείο και περιμένει την τροφή που εδώ κι έναν χρόνο έπαψε να πέφτει... Ετσι, γίνονται εύκολα θύματα εκείνων που ψαρεύουν εκεί γύρω, δολώνοντας αγκίστρια, κίρτους, αλλά και τις παγίδες, όπως ήδη είπαμε. Το θέαμα μού προκαλεί συνειρμούς που έχουν να κάνουν με την οικονομική κρίση και την κοινωνική κατάσταση της χώρας. Επί δεκαετίες μάς δίδαξαν την άνευ κόπου επιβίωση.
Ο εθισμός σε αυτό το πράγμα είναι βαρύς. Απωλέσαμε ως λαός την ικανότητα αυτοσυντήρησης. Απωλέσαμε επίσης το "ολιγαρκές και λιτοδίαιτο" που κυρίως μας χαρακτήριζε. Ο φόβος μπροστά στην ανοιχτή θάλασσα της προσπάθειας, μεγάλος.
Ετσι, "τσιμπάμε" σε κάθε επιτήδειο που μας τάζει νέες "δόσεις", επανάκαμψη, ανασύσταση της οικονομίας, επαναφορά της ανάπτυξης.
Αν συνεχίσουμε έτσι, αν δεν ξαναβρούμε τη χαμένη μας ενεργητικότητα, τη ναυτοσύνη, τη δύναμη να ακολουθούμε αγόγγυστα τα ένστικτα που μας συντήρησαν μέσα από τους αιώνες και μας έφεραν μέχρι εδώ, φοβάμαι ότι είναι προδιαγραμμένος ο τελικός χαμός μας.
Ο ελληνικός λαός είναι κυρίως ναυτικός λαός. Eδώ επέδειξε τη μεγαλύτερη δεξιότητά του σε όλη τη διάρκεια της Ιστορίας, και σε αυτήν τη δεξιότητα οφείλονται η ακμή, η κουλτούρα, οι νίκες που κατήγαγε στη διάρκεια των πολέμων. Η ναυτοσύνη όμως είναι κάτι που αποκτιέται, δεν υπάρχει απλώς στο συλλογικό DNA.
Kείμενο Φωτογραφίες: Κωστής Γεωργάς
ΠΗΓΗ :ΕΘΝΟΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου